Το εμβληματικό βιβλίο Οπενχάιμερ – ο Θρίαμβος και η Τραγωδία του άλλαξε τον τρόπο που γράφονται οι βιογραφίες.
Θρίαμβος για τον Οπενχάιμερ: 7 Βραβεία Oscar (13 Υποψηφιότητες) | 7 Βραβεία BAFTA | 5 Χρυσές Σφαίρες | 8 Βραβεία στα Critics’ Choice Awards 2024 ΗΠΑ & Καναδά.
Στις 24/08/2023 άλλαξε και ο (κινηματογραφικός) κόσμος. Ήρθε το νέο έπος του Κρίστοφερ Νόλαν.
Ο Κρίστοφερ Νόλαν υπογράφει το σενάριο της κινηματογραφικής ταινίας για τον Οπενχάιμερ που ήδη προβάλλεται και στη χώρα μας από τον Αύγουστο του 2023.
Στον ρόλο του Οπενχάιμερ ο Κίλιαν Μέρφι και δίπλα του η Έμιλι Μπλαντ, ο Ματ Ντέιμον, ο Ράμι Μάλεκ, ο Ρόμπερτ Ντάουνι,…
Το βραβευμένο με Πούλιτζερ βιβλίο «American Prometheus: The Triumph and Tragedy of J. Robert Oppenheimer», (Ελληνικός τίτλος: «Ο θρίαμβος και η τραγωδία του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ», εκδοτικός οίκος ΤΡΑΥΛΟΣ), των συγγραφέων Κάι Μπερντ και Μάρτιν Σέργουιν, μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Κρίστοφερ Νόλαν.
Ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ ήταν ένα αίνιγμα. Ένας θεωρητικός φυσικός με τις ιδιότητες ενός χαρισματικού ηγέτη, ένας εστέτ που χαρακτηριζόταν από την έντονη αμφισημία. Ήταν ο Προμηθέας της Αμερικής, ο «πατέρας της ατομικής βόμβας», που σε καιρό πολέμου βρήκε το μυστικό της αστείρευτης ενέργειας του Ήλιου, για χάρη της χώρας του. Όμως, όταν πάλεψε να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τους τρομερούς κινδύνους της βόμβας, το κατεστημένο στράφηκε αμέσως εναντίον του. Η οδύνη και ο εξευτελισμός που υπέστη ο Οπενχάιμερ το 1954 -κατηγορούμενος ως επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια των Η.Π.Α.- δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση την εποχή του μακαρθισμού.
Όμως, ο «Όπι» ως κατηγορούμενος ήταν ασύγκριτος. Γοητευτικός, μανιώδης καπνιστής, ψηλός και αδύνατος, γνώστης των αρχαίων ελληνικών, φίλος της γαλλικής και ρωσικής λογοτεχνίας, λάτρης της ποίησης και του γυναικείου φύλου: ένας εθνικός ήρωας, υπόδειγμα επιστήμονα-δημόσιου λειτουργού. Για τους φιλελεύθερους συμβόλιζε τον άνθρωπο που αποκάλυπτε το ανήθικο πρόσωπο της Δεξιάς. Για τους πολιτικούς του εχθρούς ήταν ένας κομουνιστής, ένας αποδεδειγμένος ψεύτης. Στην πραγματικότητα, ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, προσιτός αλλά και απόμακρος, ευφυής αλλά και αφελής, παθιασμένος υποστηρικτής της κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και ακούραστος κυβερνητικός σύμβουλος. Ήταν ένας λαμπρός άνδρας που βίωσε τόσο τον θρίαμβο όσο και την τραγωδία.
Η ιστορία του Οπενχάιμερ υπενθυμίζει ότι η εθνική ταυτότητα των Η.Π.Α. παραμένει στενά συνδεδεμένη με τον πολιτισμό της πυρηνικής εποχής. Στην μετά την 11η Σεπτεμβρίου εποχή, αξίζει να θυμόμαστε ότι ο «πατέρας της ατομικής βόμβας» είχε προειδοποιήσει ότι επρόκειτο για ένα όπλο τρόμου δίχως διακρίσεις, που στα επόμενα χρόνια κατέστησε την Αμερική στόχο των πλέον ετερόκλητων επιθέσεων. Είναι ένα πολύτιμο έργο, τόσο για την κατανόηση του πρόσφατου παρελθόντος μας, όσο και για τις μελλοντικές επιλογές μας.
Η έρευνα για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου διήρκεσε 25 χρόνια. Πέρα από τη μεγάλη λογοτεχνική αξία του, και τη μοναδικότητά του ως μια ολοκληρωμένη βιογραφία, αποκάλυψε πολλά νέα στοιχεία για την Αμερική της Οικονομικής Ύφεσης, τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς και τον Ψυχρό Πόλεμο.
Απέσπασε επαινετικά σχόλια από τον διεθνή Τύπο, και τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ.
«Η απόλυτη βιογραφία… διασταυρωμένες αλήθειες για το έργο μιας κυβέρνησης σε μια εποχή φόβου… ένας λογοτεχνικός άθλος. Αξίζει -και με το παραπάνω- η κάθε ώρα δουλειάς από τα 25 χρόνια έρευνας για τη συγγραφή αυτού του υπέροχου βιβλίου.» –Newsweek
«Ένα συγκινητικό βιβλίο… η ζωή του Οπενχάιμερ με κάθε λεπτομέρεια, σε ένα ασυνήθιστα σαγηνευτικό ανάγνωσμα.» –Time
Ο Θρίαμβος και η Τραγωδία του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ
O ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Η ζωή του Ρόμπερτ Οπενχάϊμερ – η σταδιοδρομία του, η φήμη του, ακόμη και η αίσθηση της προσωπικής του αξίας – βγήκε ξαφνικά εκτός ελέγχου τέσσερις ημέρες πριν τα Χριστούγεννα του 1953. «Δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που μου συμβαίνει», αναφώνησε, κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου που τον οδηγούσε με ταχύτητα στο σπίτι του δικηγόρου του, στη Τζορτζτάουν της Ουάσινγκτον. Εκεί, σε λίγες ώρες, θα αναγκαζόταν να έρθει αντιμέτωπος με ένα μοιραίο δίλημμα: Έπρεπε να παραιτηθεί από τις θέσεις του ως κυβερνητικός σύμβουλος, ή έπρεπε να πολεμήσει τις κατηγορίες της επιστολής που του είχε δώσει αιφνιδιαστικά, νωρίτερα εκείνο το πρωί, ο πρόεδρος της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (AEC) Λιούις Στράους; Η επιστολή τον ενημέρωνε ότι μία επανεξέταση του παρελθόντος του και των πολιτικών πεποιθήσεών του είχε ως αποτέλεσμα να ανακηρυχθεί επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια… και συνέχιζε με την απαρίθμηση τριαντατεσσάρων κατηγοριών, που κυμαίνονταν από τη γελοία «αναφέρθηκε ότι το 1940 είχατε καταχωριστεί ως χορηγός των Φίλων του Κινεζικού Λαού» έως την πολιτική «το φθινόπωρο του 1949, και εφεξής, αντιταχθήκατε σθεναρά στην ανάπτυξη της βόμβας υδρογόνου».
Περιέργως, από τον ατομικό βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, ο Οπενχάιμερ έτρεφε ένα ακαθόριστο προαίσθημα ότι το μέλλον τού επεφύλασσε κάτι «σκοτεινό και απειλητικό». Λίγα χρόνια νωρίτερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1940, σε μία εποχή όπου είχε πραγματικά κατακτήσει θέση λατρευτικού συμβόλου στην αμερικανική κοινωνία ως ο πλέον σεβαστός και θαυμαστός επιστήμονας και σύμβουλος δημόσιας πολιτικής της γενιάς του – εμφανιζόμενος ακόμη και στα εξώφυλλα των περιοδικών Time και Life – είχε διαβάσει τη νουβέλα του Χένρι Τζέιμς «Το Θηρίο στη Ζούγκλα». Ο Οπενχάιμερ συγκλονίστηκε από αυτή την ιστορία εμμονής και βασανιστικού εγωκεντρισμού, στην οποία ο πρωταγωνιστής στοιχειώνεται από το προαίσθημα ότι τον «προόριζαν για κάτι σπάνιο και παράξενο, πιθανώς κολοσσιαίο και τρομερό, που έμελλε, αργά ή γρήγορα, να γίνει». Ό,τι κι αν ήταν αυτό, ήξερε πως θα τον «κατακυρίευε».
Καθώς το κύμα του αντικομμουνισμού εξαπλωνόταν στη μεταπολεμική Αμερική, ο Οπενχάιμερ βεβαιωνόταν όλο και πιο πολύ ότι τον παραμόνευε ένα τέτοιο «θηρίο στη ζούγκλα». Οι εμφανίσεις του ενώπιον εξεταστικών επιτροπών του Κογκρέσου που κυνηγούσαν Κόκκινους, οι κοριοί του FBI στα τηλέφωνα του σπιτιού και του γραφείου του, οι λασπολογίες σχετικά με το πολιτικό παρελθόν του και τις πολιτικές πεποιθήσεις του που είχαν διοχετευθεί στον Τύπο, τον έκαναν να αισθάνεται κυνηγημένος. Οι αριστερές του δραστηριότητες στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, σε συνδυασμό με τη μεταπολεμική αντίθεσή του στα σχέδια της Πολεμικής Αεροπορίας για μαζικούς στρατηγικούς βομβαρδισμούς με πυρηνικά όπλα – σχέδια που αποκαλούσε γενοκτονικά – είχαν εξοργίσει πολλούς ισχυρούς της Ουάσινγκτον, ανάμεσα στους οποίους και τον διευθυντή του FBI, Τζ. Έντγκαρ Χούβερ καθώς και τον Λιούις Στράους.
Εκείνο το απόγευμα, στο σπίτι του Χέρμπερτ και της Άννι Μαρκς, αναλογιζόταν τις επιλογές του. Ο Χέρμπερτ δεν ήταν μόνο δικηγόρος του αλλά και ένας από τους καλύτερούς του φίλους. Και η σύζυγος του Χέρμπερτ, η Άννι Ουίλσον Μαρκς, ήταν κάποτε γραμματέας του στα Εργαστήρια του Λος Άλαμος. Εκείνο το βράδυ η Άννι παρατήρησε πως ο Ρόμπερτ φαινόταν να βρίσκεται σε «σχεδόν απελπιστική διανοητική κατάσταση». Παρόλα αυτά, έπειτα από μεγάλη συζήτηση, ο Οπενχάιμερ αποφάσισε πως δεν μπορούσε να αφήσει τις κατηγορίες αναπάντητες, όσο στημένο και αν ήταν το παιχνίδι. Έτσι, με την καθοδήγηση του Χέρμπερτ, έγραψε μια επιστολή που άρχιζε με το «Αγαπητέ Λιούις». Σ’ αυτήν ο Οπενχάιμερ επεσήμανε ότι ο Στράους τον είχε προτρέψει να παραιτηθεί. «Μου θέσατε ως μία πιθανόν επιθυμητή εναλλακτική λύση να ζητήσω τη λήξη της σύμβασής μου ως συμβούλου της Επιτροπής [Ατομικής Ενέργειας], αποφεύγοντας έτσι τη διεξοδική εξέταση των κατηγοριών….» Ο Οπενχάιμερ είπε πως είχε ειλικρινά σκεφτεί αυτή την επιλογή. Όμως, «υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες» συνέχισε, «μια τέτοια ενέργεια θα σήμαινε πως αποδέχομαι και επικροτώ την άποψη ότι δεν είμαι κατάλληλος να υπηρετήσω αυτήν την κυβέρνηση, την οποία επί δώδεκα περίπου χρόνια υπηρετώ. Αυτό δεν μπορώ να το κάνω. Εάν ήμουν τόσο ανάξιος δεν θα είχα μπορέσει να υπηρετήσω τη χώρα μας όπως πάσχισα να κάνω, ούτε να διατελέσω Διευθυντής του Ινστιτούτου [Προηγμένων Σπουδών] στο Πρίνστον, ούτε και να μιλήσω, όπως έγινε σε πολλές περιστάσεις, εκπροσωπώντας την επιστήμη μας και τη χώρα μας».
Στο τέλος της ημέρας, ο Ρόμπερτ ήταν εξουθενωμένος και αποκαρδιωμένος. Μετά από αρκετά ποτά, αποσύρθηκε στον ξενώνα του επάνω ορόφου. Λίγα λεπτά αργότερα, η Άννι, ο Χέρμπερτ και η σύζυγος του Ρόμπερτ, Κίττυ – που τον είχε συνοδέψει στην Ουάσινγκτον – άκουσαν έναν «φοβερό γδούπο». Ανέβηκαν τρέχοντας τη σκάλα και βρήκαν το υπνοδωμάτιο άδειο και την πόρτα του μπάνιου κλειστή. «Δεν μπορούσα να την κάνω ν’ ανοίξει», είπε η Άννι, «και δεν μπορούσα να πάρω καμία απάντηση από τον Ρόμπερτ.»
Είχε καταρρεύσει στο πάτωμα του μπάνιου και το αναίσθητο κορμί του έφραζε την πόρτα. Την έκαναν σιγά-σιγά ν’ ανοίξει, σπρώχνοντας το άτονο σώμα του Ρόμπερτ στο ένα πλευρό. Όταν συνήλθε, «σίγουρα τα είχε χαμένα», θυμόταν η Άννι. Τους είπε ότι είχε πάρει ένα από τα υπνωτικά χάπια που είχε η Κίττυ. «Μην τον αφήσετε να κοιμηθεί», τους προειδοποίησε ο γιατρός από το τηλέφωνο. Έτσι, για μία ώρα σχεδόν, μέχρι να φθάσει ο γιατρός, τον βοηθούσαν να περπατάει μπρός-πίσω, δίνοντάς του με το ζόρι μικρές γουλιές καφέ.
Το «θηρίο» του Ρόμπερτ είχε χιμήξει· η δοκιμασία, που θα τερμάτιζε τη σταδιοδρομία του ως δημόσιου λειτουργού αλλά, κατά ειρωνεία της τύχης, θα βελτίωνε την υπόληψή του και θα εξασφάλιζε την υστεροφημία του, είχε ξεκινήσει.
…
Ο δρόμος που πήρε ο Ρόμπερτ από τη Νέα Υόρκη στο Λος Άλαμος του Νέου Μεξικού – από την αφάνεια στη δόξα – τον οδήγησε σε σπουδαίες μάχες και θριάμβους του 20ού αιώνα, στην επιστήμη, την κοινωνική δικαιοσύνη, τον πόλεμο και τον Ψυχρό Πόλεμο. Στο ταξίδι του τον καθοδήγησαν η σπάνια ευφυΐα του, οι γονείς του, οι δάσκαλοι που είχε στη Σχολή Ηθικής Παιδείας και οι εμπειρίες της νιότης του. Επαγγελματικά, η εξέλιξή του ξεκίνησε την δεκαετία του 1920 στη Γερμανία, όπου σπούδασε κβαντική φυσική, μια νέα επιστήμη την οποία αγάπησε και διέδωσε. Στη δεκαετία του 1930, καθώς οικοδομούσε το πιο διάσημο κέντρο για τη μελέτη της στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, ευαισθητοποιήθηκε από τις συνέπειες της Μεγάλης Οικονομικής Ύφεσης στις ΗΠΑ και της εξάπλωσης του φασισμού στο εξωτερικό και δραστηριοποιήθηκε μαζί με φίλους του – πολλοί από τους οποίους ήταν κομμουνιστές και συνοδοιπόροι – στον αγώνα για οικονομική και φυλετική δικαιοσύνη. Εκείνα τα χρόνια ήταν από τα ομορφότερα της ζωής του. Το ότι αξιοποιήθηκαν τόσο ανενδοίαστα, μια δεκαετία αργότερα, για να τον κάνουν να σιωπήσει, μας υπενθυμίζει πόσο λεπτή είναι η ισορροπία των δημοκρατικών αρχών που πρεσβεύουμε και πόσο προσεκτικά οφείλουμε να τις διαφυλάσσουμε.
Η οδύνη και ο εξευτελισμός που υπέστη ο Οπενχάιμερ το 1954 δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση την εποχή του μακαρθισμού. Όμως, ως κατηγορούμενος, ήταν ασύγκριτος. Ήταν ο Προμηθέας της Αμερικής, «ο πατέρας της ατομικής βόμβας», που σε καιρό πολέμου είχε ηγηθεί της προσπάθειας να βρεθεί το μυστικό της τρομερής ενέργειας του Ήλιου, για χάρη της χώρας του. Έπειτα, μίλησε συνετά για τους κινδύνους και ελπιδοφόρα για τα δυνητικά οφέλη της, αλλά αργότερα, σχεδόν απελπισμένος, μίλησε επικριτικά για τις προτάσεις πυρηνικού πολέμου που είχε υιοθετήσει ο στρατός και προωθούσαν θεωρητικοί της στρατηγικής: «Τι αξία θα έχει ένας πολιτισμός, ο οποίος ενώ ανέκαθεν θεωρούσε την ηθική αναπόσπαστο τμήμα της ανθρώπινης ζωής, ουδέποτε αντιτάχθηκε στην προοπτική του ολοκαυτώματος παρά μόνο με όρους πρόνοιας και θεωρίας παιγνίων;»
Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, καθώς οι σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Σοβιετική Ένωση επιδεινώνονταν, η επιμονή του Οπενχάιμερ να εγείρει τέτοιου είδους σκληρά ερωτήματα για τα πυρηνικά όπλα ενόχλησε σοβαρά το κατεστημένο Εθνικής Ασφαλείας της Ουάσινγκτον. Η επιστροφή των Ρεπουμπλικάνων στον Λευκό Οίκο, το 1952, προώθησε σε θέσεις ισχύος θιασώτες των μαζικών πυρηνικών αντιποίνων, όπως ο Λιούις Στράους. Ο Στράους και οι σύμμαχοί του ήταν αποφασισμένοι να κάνουν τον μόνο άντρα που φοβούνταν ότι μπορούσε αξιόπιστα να αμφισβητήσει την πολιτική τους, να σωπάσει.
Το 1954, οι επικριτές του Οπενχάιμερ επιτέθηκαν στις πολιτικές του επιλογές και τις επαγγελματικές του κρίσεις – τη ζωή και τις αξίες του, στην πράξη – εκθέτοντας πολλές πτυχές του χαρακτήρα του: τις φιλοδοξίες και τις ανασφάλειές του, την ιδιοφυΐα και την αφέλειά του, την αποφασιστικότητα και τη φοβία του, τη στωικότητα και το σάστισμά του. Πολλά αποκαλύφθηκαν στις περισσότερες από χίλιες πυκνογραμμένες σελίδες των πρακτικών της Εξεταστικής Επιτροπής Ασφαλείας του Προσωπικού της AEC, με τίτλο «Υπόθεση Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ». Κι όμως, τα πρακτικά της ακρόασης φανερώνουν πόσο λίγο είχαν καταφέρει οι ανταγωνιστές του να διαπεράσουν τη συναισθηματική πανοπλία που είχε δημιουργήσει γύρω του αυτός ο περίπλοκος άνθρωπος, από τα πρώτα του κιόλας χρόνια. Το βιβλίο Ο θρίαμβος και η τραγωδία του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (ο Προμηθέας της Αμερικής) διερευνά την αινιγματική προσωπικότητα πίσω από αυτή την πανοπλία, καθώς ακολουθεί τον Ρόμπερτ από τα παιδικά του χρόνια στην Άνω Δυτική Πλευρά της Νέας Υόρκης, στις αρχές του 20ού αιώνα, μέχρι το θάνατό του το 1967. Πρόκειται για μια βαθιά προσωπική βιογραφία, που ερευνήθηκε και γράφτηκε με την πεποίθηση πως η δημόσια συμπεριφορά και οι επιλογές τακτικής ενός ατόμου (και, στην περίπτωση του Οπενχάιμερ, ίσως ακόμη και η επιστήμη του) καθοδηγούνται από τις ατομικές εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής.
Γραφόμενο επί ένα τέταρτο του αιώνα, το βιβλίο Ο θρίαμβος και η τραγωδία του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (ο Προμηθέας της Αμερικής) είναι βασισμένο σε χιλιάδες εγγράφων, που συγκεντρώθηκαν από αρχεία και προσωπικές συλλογές στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό. Το βιβλίο αντλεί πληροφορίες από την τεράστια προσωπική συλλογή εγγράφων του Οπενχάιμερ, η οποία φυλάσσεται στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, και από χιλιάδες σελίδες αρχείων που συγκέντρωσε το FBI κατά τη διάρκεια παρακολουθήσεων που κράτησαν πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα. Λίγα δημόσια πρόσωπα έχουν υποβληθεί σε τόσο εξονυχιστική έρευνα. Οι αναγνώστες θα «ακούσουν» τα λόγια του που καταγράφηκαν από τα μηχανήματα παρακολούθησης του FBI και απομαγνητοφωνήθηκαν. «Ωστόσο, επειδή ακόμη και τα γραπτά αρχεία φανερώνουν τμήμα μόνο της αλήθειας για τη ζωή ενός ανθρώπου, πήραμε επίσης συνεντεύξεις από περίπου εκατό από τους πιο στενούς φίλους, συγγενείς και συνεργάτες του Οπενχάιμερ. Πολλά από τα άτομα από τα οποία πήραμε συνεντεύξεις στις δεκαετίες του 1970 και του 1980 δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή. Με τις ιστορίες που αφηγήθηκαν, όμως, άφησαν πίσω τους το λεπτομερές πορτρέτο ενός αξιοθαύμαστου ανθρώπου, ο οποίος μας οδήγησε στην πυρηνική εποχή και πάλεψε – ανεπιτυχώς, εφ’ όσον συνεχίζουμε να παλεύουμε – για να εξαλειφθεί η απειλή πυρηνικού πολέμου.»
Η ιστορία του Οπενχάιμερ υπενθυμίζει επίσης ότι η εθνική ταυτότητα των ΗΠΑ παραμένει στενά συνδεδεμένη με τον πολιτισμό της πυρηνικής εποχής. «Έχουμε τη βόμβα στο μυαλό μας από το 1945», παρατήρησε ο Ε.Λ. Ντόκτοροου. «Ήταν αρχικά το οπλοστάσιό μας, έπειτα η διπλωματία μας και τώρα είναι η οικονομία μας. Πώς είναι δυνατόν να φανταζόμαστε ότι, μετά από σαράντα χρόνια, κάτι τόσο τερατωδώς ισχυρό δεν θα συνέθετε την ταυτότητά μας; Το περίφημο φόβητρο που κατασκευάσαμε ενάντια στους εχθρούς μας είναι ο πολιτισμός μας, ο πολιτισμός της βόμβας – η λογική του, η πίστη του, το όραμά του». Ο Οπενχάιμερ προσπάθησε γενναία να μας αποτρέψει από αυτόν τον πολιτισμό της βόμβας δαμάζοντας την πυρηνική απειλή, στην απελευθέρωση της οποίας είχε συμβάλει. Η πιο εντυπωσιακή του προσπάθεια ήταν ένα σχέδιο για τον διεθνή έλεγχο της ατομικής ενέργειας, το οποίο έγινε γνωστό ως η Έκθεση Άτσεσον-Λίλιενθαλ (στην πραγματικότητα την είχε συλλάβει και, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, συγγράψει ο Οπενχάιμερ). Η έκθεση αυτή παραμένει ένα μοναδικό πρότυπο ορθολογικής σκέψης στην πυρηνική εποχή.
Η επιβολή του Ψυχρού Πολέμου στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό παραμέρισαν το σχέδιο ελέγχου και η Αμερική, μαζί με ένα συνεχώς διευρυνόμενο κατάλογο άλλων εθνών, αγκάλιασε τη βόμβα για τον επόμενο μισό αιώνα. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ο κίνδυνος πυρηνικού αφανισμού έμοιαζε να έχει απομακρυνθεί, όμως – με μια νέα ειρωνική ανατροπή της ιστορίας – η απειλή πυρηνικού πολέμου και πυρηνικής τρομοκρατίας επανήλθε στον 21ο αιώνα, πιθανότατα πιο έντονη από ποτέ άλλοτε.
Στην μετά την 11η Σεπτεμβρίου εποχή, αξίζει να θυμόμαστε ότι στην αυγή της πυρηνικής εποχής, ο πατέρας της ατομικής βόμβας είχε προειδοποιήσει ότι επρόκειτο για ένα όπλο τρόμου χωρίς διακρίσεις, που αυτομάτως κατέστησε την Αμερική στόχο κακόβουλων επιθέσεων. Όταν, σε μία κεκλεισμένων των θυρών ακρόαση της Γερουσίας, το 1946, ο Οπενχάιμερ ρωτήθηκε «κατά πόσον θα ήταν δυνατόν τρεις – τέσσερις άντρες να φέρουν λαθραία μονάδες [ατομικής] βόμβας στη Νέα Υόρκη και να ανατινάξουν όλη την πόλη» απάντησε με νόημα: «Βεβαίως είναι εφικτό και, όντως, θα μπορούσαν να καταστρέψουν τη Νέα Υόρκη». Αμέσως μετά, ένας γερουσιαστής ρώτησε ταραγμένος: «Τι όργανο θα χρησιμοποιούσατε προκειμένου να εντοπίσετε μια ατομική βόμβα κρυμμένη κάπου στην πόλη;» Ο Οπενχάιμερ ευφυολογώντας είπε: «Ένα κατσαβίδι [για ν’ ανοίξω κάθε κασόνι ή βαλίτσα]». Η μόνη πραγματική άμυνα απέναντι στην πυρηνική τρομοκρατία ήταν η εξάλειψη των πυρηνικών όπλων.
Οι προειδοποιήσεις του Οπενχάιμερ αγνοήθηκαν και, τελικά, εξαναγκάστηκε σε σιωπή. Όπως εκείνος ο επαναστάτης Έλληνας ημίθεος, ο Προμηθέας – που έκλεψε τη φωτιά από το Δία και την παρέδωσε στους ανθρώπους – ο Οπενχάιμερ μας έδωσε την ατομική φωτιά. Όμως στη συνέχεια, όταν προσπάθησε να την ελέγξει, όταν πάλεψε να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τους τρομερούς κινδύνους της, οι κρατούντες – όπως ο Δίας – ορθώθηκαν εξοργισμένοι να τον τιμωρήσουν. Όπως έγραψε αργότερα το διαφωνόν μέλος της Εξεταστικής Επιτροπής της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, Γουόρντ Έβανς, η άρση του πιστοποιητικού ασφάλειας του Οπενχάιμερ ήταν «ένα μελανό στίγμα στο θυρεό της χώρας μας».